How to disappear completely

Αγαπητή μου Αστάρτη,

Έχω πολύ καιρό να σου γράψω. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω όρεξη για τίποτα. Θέλω να είμαι ξαπλωμένη μπρούμυτα με το πρόσωπο χωμένο στο κρεβάτι και να μένω ακούνητη για ώρες, σαν αποξηραμένος αστερίας. Δε θέλω να ακούγεται τίποτα και δε θέλω να συμμετέχω σε τίποτα. Δε θέλω να με χρειάζονται και να ζητούν την άποψή μου. Δε θέλω να είμαι υπέθυνη για τίποτα και θέλω να μη νιώθω την ανάγκη να μαλώνω όσους φταίνε. Θα ήθελα να ταΐζω ήρεμη τα λιοντάρια μου και μετά να καθόμαστε όλοι μαζί στην αυλή και να κοιτάμε το συντριβάνι. Θέλω να σταματήσω να νιώθω σα να έχω πιει λάδι και ένιωθα πολύ καλύτερα αν δεν τραβούσαν από μέσα μου τα αισθήματα σα να ξεχορταριάζουν τον κήπο τους. Έχω βαρεθεί τα όμορφα, τα άσχημα, τα αστεία και τα έξυπνα λόγια. Οι ανάγκες μου πλέον συνοψίζονται στο να κάθομαι σε ένα δροσερό μέρος και να μη σκέφτομαι τίποτα.

Πώς είναι το κοκκινωπό σου δωμάτιο; Ήταν πολύ σκούρο για τα γούστα μου αλλά κι εδώ που είμαι δεν είναι πολύ καλύτερα. Μου έχει λείψει το να μη μπορούν να με βρουν κι ας μη με ψάχνουν. Θέλω να διαβάσω βιβλία αλλά δε μπορώ να συγκεντρωθώ σε τίποτα. Έχω ανάγκη να μην κουνιέμαι απολύτως καθόλου, σου το λέω αλήθεια.

Φοβάμαι πως σύντομα θα αρχίσω να θυμάμαι πώς είναι όταν πρέπει να υπενθυμίζεις στους άλλους να νοιάζονται. Δε θέλω να μπω καθόλου σε αυτή τη διαδικασία. Είμαι πολύ μεγάλη πια για τέτοια και δεν είμαι σίγουρη πως αντέχω πια. Μου λείπουν διάφοροι άνθρωποι αλλά ευτυχώς όταν έχεις το κεφάλι χωμένο στο μαξιλάρι, δεν μπορείς να επικοινωνήσεις με κανέναν. Φυσικά εσύ το ξέρεις αυτό γιατί έτσι είσαι φτιαγμένη. Έχω ακόμα το σημάδι σου στον καρπό μου και δεν ξέρω αν το έχω μετανιώσει ή όχι.

Πρέπει να βρω κάτι που να κάνει τις κόρες των ματιών μου να διαστέλλονται γιατί αλλιώς θα αρχίσω να ξεθωριάζω σαν φωτογραφία. Όλα μου φαίνονται αστεία και ανούσια για λίγες στιγμές αλλά είναι αρκετές για να χαλάνε την εμπειρία των υπόλοιπων. Μοιάζουν με εκείνη την παρέα στο σινεμά που μιλάει και φωνάζει και γελάει δυνατά και συ δε μπορείς να δεις μια ταινία.

Α ναι. Σε ευχαριστώ για την φιλοξενία, δεν βρήκα ποτέ το κουράγιο να στο πω.




Με εκτίμηση

Κα Sίdhε

Ημερολόγιο

Σε ένα μικρό σταθμό τρένου η κυρία Ντάο παρακολουθούσε τα πλακάκια στο πάτωμα που ήταν όλα κολλημένα στραβά και αν επέκτεινες τις γραμμές τους στο άπειρο, κάποια στιγμή θα συναντιούνταν οπωσδήποτε. Ποτέ ξανά η ανάγκη για παράλληλες γραμμές δεν ήταν τόσο έντονη.
Η φάλαινα που καθόταν πίσω από το εκδοτήριο εισιτηρίων είχε ακόμα κολλημένα μερικά ξερά φύκια στην άκρη της ουράς της και τα μάτια της φαίνονταν κουρασμένα και ανέκφραστα καθώς κοιτούσε το τζάμι του εκδοτηρίου. Στην άκρη του σταθμού ένας μικρός ελέφαντας έκοβε σοκολατένια αγάλματα παιδιών στη μέση και από μέσα έβγαινε παγωτό το οποίο σέρβιρε σε σοβαρούς κυρίους που περίμεναν υπομονετικά τριγύρω του. Μύριζε παντού πετρέλαιο και η θερμοκρασία θα ήταν δυσάρεστη για κάποιον που ήταν ελαφρά ντυμμένος.

"Κυρία Ντάο", της ψιθύρισε ένας κοντός άνδρας με βρώμικο καπέλο και μεγάλα νύχια που πλησίασε ξαφνικά, "δεν υπάρχει αυτή η στεριά που ψάχνετε".

"Σε αυτή την περίπτωση, θα ξανάρθω πάλι αύριο μήπως τότε υπάρχει" απάντησε η κυρία Ντάο και έκανε πως σκύβει για να σηκώσει το μικρό της άδειο βαλιτσάκι.

Ένα βαλιτσάκι δε χρειάζεται τίποτα παραπάνω από μια οδοντόβουρτσα και ένα βιβλίο με καλό τέλος, σκεφτόταν σε όλη τη διαδρομή προς το σπίτι. Το τελευταίο βιβλίο που διάβασε κατέληγε στο ότι δύο άνθρωποι θα σήκωναν μαζί την κόλαση. Δεν ήταν σίγουρη αν αυτό θεωρείται ένα καλό τέλος. Οι ζωές είναι πολύ μικρές και μπορούν να γίνουν ανόητες αν δεν προσέξεις. Οπότε αποφάσισε στο βαλιτσάκι της να κουβαλάει μόνο την οδοντόβουρτσα.

Από τις κολώνες του δρόμου κρέμονταν παλιά παπούτσια και μπότες. Ίσως κρέμαγε και τις δικές τις αύριο αν η στεριά που έψαχνε συνέχιζε να μην υπάρχει. Δεν υπάρχει λόγος να φοράς παπούτσια αν δεν ταξιδεύεις.

Στη μαμά του Πλούτωνα

Ο άνθρωπος όταν είναι μόνος του σε ένα δωμάτιο μπορεί να μοιραστεί σε χιλιάδες μπίλιες ίσου μεγέθους. Και μια φορά το έκανε κι όλας. Και κανείς δε θα μάθει ποτέ τίποτα για το πώς σκόρπισε αυτός ο άνθρωπος μόνος του μέσα στο δωμάτιό του γιατί το διαμέρισμά του βρίσκεται σε μια θεόρατη πολυκατοικία εξήντα ορόφων. Καμιά φορά τρέχουν οι μπίλιες με φόρα και πηδούν απ'το παράθυρο και πέφτουν κάτω απ'το κτίριο και αυτό μερικοί θα το ονόμαζαν ενδοσκόπηση αν το παρατηρούσαν αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος το λέει κατανομή ευθυνών: θα πάρεις εσύ μια ευθύνη και θα πάρω και γω αυτή την ευθύνη εδώ πέρα έτσι ώστε καμία ευθύνη να μη μείνει ακυβέρνητη. Όλες οι ευθύνες πρέπει να έχουν ένα αφέντη που θα τις ταΐζει και θα τους χτενίζει τη γούνα.
Ο Κρόνος έχει βάλει γύρω του ένα δαχτυλίδι για να ακουμπάει τους αγκώνες του ενώ υπολογίζει τις ευθύνες που του αναλογούν. Μια φορά υπολόγισε τόσες ευθύνες που παραλίγο να δραπετεύσει ρίχνοντας σκοινί στον Πλούτωνα. Αλλά το σκοινί του είναι πολύ κοντό και δε φτάνει αυτό τον πλανήτη. Έτσι έπρεπε να βρει άλλο μέρος να κρυφτεί απ'τις ευθύνες αλλά δεν υπήρχε άλλος πλανήτης σε πιο κοντινή απόσταση.

 "Μονιμότητα. Βρισκόμαστε στη μέση μιας ηλιακής καταιγίδας και διάφοροι κύριοι τοίχοι μας διαλύουν το κρανίο."



Ο Κρόνος θα σκεφτεί κάτι όμως.