Corydalis Arctica

Αγαπημένη μου,

Για αρκετό καιρό έπεφτες. Και έπεφτες μαλακά, αργά, σαν να μη σε επηρεάζει η βαρύτητα. Έπεφτες απαλά σαν ένα ευγενικό χαρτί που δεν κόβει τα δάχτυλα. Και δε σκέφτηκα να σε πιάσω γιατί υπέθεσα ότι θα ξυπνούσες. Και πέρασαν μέρες και νύχτες και μήνες που εσύ έπεφτες. Με βροχή, με ήλιο, η κίνησή σου δεν άλλαζε. Οι φάλαινες πρόλαβαν να κάνουν πολλά παιδιά κατά τη διάρκεια της πτώσης σου. Τα δέντρα διπλασιάστηκαν σε ύψος. Τα μαλλιά των φίλων σου άρχισαν να ασπρίζουν. Τόσο καιρό έπεφτες.

Και ένα απόγευμα, λίγο πριν σκοτεινιάσει τελείως, στράφηκες στη σκοτεινή πλευρά και βυθίστηκες στο νερό. Και αντί να μείνεις στην επιφάνεια, συνέχισες να βυθίζεσαι στον πάτο μέχρι που τα νερά μαύρισαν και δεν υπήρχε κανένα μικρό φως να φωτίζει την πτώση σου. Μακριά από μας, κι από μένα, έκανες ένα μεγάλο ταξίδι κατά τη διάρκεια του οποίου δεν ξέρω αν σκέφτηκες πού θες να φτάσεις. Γιατί πέρασαν μέρες, βδομάδες και μήνες. Μπορεί να πέρασαν και χρόνια.

Πέρασε καιρός. Έκανα υπομονή μαζί σου. Και μετά ξεχάστηκα και δεν έκανα τίποτα. Δεν έδειχνες να περνάς άσχημα, και σε χάζευα. Βρίσκεσαι στον πάτο της θάλασσας και μέσα σου κρύβονται τα μικρά ψάρια. Καμιά φορά δίπλα σου κολυμπούν καρχαρίες αλλά είσαι πολύ ήρεμη για να σε προσέξουν. Μοιάζεις με ανθρώπινο ναυάγιο που δεν έχει πνιγεί ακόμα.

Μερικοί ρωτούν τι να απέγινες αλλά αποφεύγω να απαντήσω γιατί νομίζω ότι έτσι σε διατηρώ ασφαλή. Αλλά πια δεν ξέρω.

Δεν μπορώ να περιμένω άλλο. Θα σε σηκώσω εγώ. Θα σε ξυπνήσω εγώ, γιατί, αν και δείχνεις πολύ όμορφη με τα κοράλια γύρω από τους καρπούς σου, ξέρω ότι δεν είναι αυτή η ζωή σου. Συγνώμη που ξέχασα πώς να σε φροντίζω. Που σταμάτησα να σε ταΐζω. Που σε έβαζα για ύπνο στη σκέψη μου. Τώρα ξέρω γιατί συγκινείσαι όταν οι άνθρωποι βιώνουν το δικό τους προσωπικό μεγαλείο. Ξέρω γιατί στα πάρτυ κρύβεσαι σε κάποιο δωμάτιο και κοιμάσαι. Ξέρω γιατί ανακατασκευάζεις τον κόσμο σου όταν δουλεύεις και προσπαθείς να βάζεις τις στιγμές σου σε φωτογραφίες. Κατάλαβα πως κάθε άνθρωπος, πριν γεράσει, πρέπει να σταματήσει να πέφτει, κι αν δε μπορεί να το κάνει μόνος του, πρέπει κάποιος να το κάνει για λογαριασμό του. Μπορώ να αναγνωρίσω το φόβο σου. Έχει μπει στα ρουθούνια μου και τα καίει. Ξέρω ακριβώς τι χρειάζεσαι. Μπορείς να στηριχτείς πάνω μου τώρα.

Θα σε τραβήξω από το βυθό, θα σε πλύνω και θα σε ντύσω. Θα σου χτενίσω τα μαλλιά και θα σου ανοίξω τα μάτια που έχουν γεμίσει αλάτι. Και μετά θα κλείσω τα φώτα και θα σε αφήσω να φωτίσεις μόνη σου το χώρο. Και ξέρω ότι θα το κάνεις όσο καλά φαντάζομαι.

Συγχώρεσέ με που κοιτούσα τόσο καιρό. Νιώθω μια απαρηγόρητη μετάνοια.

Οι άνθρωποι φεύγουν αν δεν τους κάνεις τίποτα.