Α_ _ _ _ _ _' είναι

  


 Να διαβάζεις ένα βιβλίο τη μέρα και την επόμενη να μην θυμάσαι τον τίτλο.

Να γράφεις τυχαίες λέξεις που σου αρέσουν πάνω σε σκόρπια χαρτιά, με μολύβια που δεν έχουν μυτερές άκρες.

Να μην πετάς ύστερα τα τυχαία χαρτιά.

Να ταξινομείς τους φακέλους μέσα στους οποίους φυλάς τα χαρτιά αυτά ανά ύψος.

Να λες συνέχεια πως εξελίσσεσαι ενώ δε γίνεται τίποτα.

Να έχεις μια απροσδιόριστη επιθυμία να αποφύγεις το μπάνιο και μόλις τελικά μπεις στη μπανιέρα, να συνειδητοποιείς πως δεν έχει ζεστό νερό.

Να μην μπορείς να σταματήσεις να χρωματίζεις μέσα στο πλαίσιο ενώ θες τόσο πολύ να βγεις απ'τις γραμμές.

Να μετράς ανάποδα αρχίζοντας πάντα από τον ίδιο αριθμό.

5

4

3

2

1

5

4

3

2

1

5

4

3

2

1

Να νομίζεις πως είσαι πάντα στην ώρα σου, σύμφωνα με το δικό σου ρολόι.

Να αργείς πάντα.

Να βρίσκεις τον πιο δύσκολο τρόπο για να κάνεις ακόμα και το πιο μικρό πράγμα.

Να μην σου αρέσει τίποτα ουσιαστικά.

Να κάνεις συνέχεια ρηφρές σε μια σελίδα.

Να την κλείνεις και αμέσως να την ξανανοίγεις.

Να ρωτάς πράγματα που δεν σε ενδιαφέρει η απάντησή τους.

Να χαμογελάς επειδή είσαι στο κρεβάτι σου.

Να διπλώνεις ένα χαρτί πολλές φορές μέχρι να τσακίσουν συμμετρικά οι άκρες.

Να φαντάζεσαι πως το χαλί σου μπορεί να κινείται όταν εσύ δε βλέπεις.

Να ανακατεύεσαι στην ιδέα του πρωινού ξυπνήματος αλλά να μην πηγαίνεις για ύπνο νωρίς για κανένα λόγο.

Να προσπαθείς να βρίσκεις συνώνυμα λέξεων που δεν χρησιμοποιείς συχνά, όπως δυσανάλογος και ακολουθία.

Να θες να γράψεις σε ένα τοίχο "πού είμαι;" αλλά να μην έχεις μαρκαδόρο.

Να μην μπορείς να σταματήσεις να βλέπεις διαφημίσεις στην τηλεόραση.

Να φαντάζεσαι τον εαυτό σου να φοράει αστεία καπέλα.

Να φαντάζεσαι τον εαυτό σου.

Να επινοείς τον εαυτό σου ξανά και ξανά.

Να δίνεις καλές συμβουλές αλλά να τα κάνεις σκατά όταν πρέπει να εφαρμόσεις αυτά που έλεγες επάνω σου.

Να αρνείσαι να βοηθήσεις στα παζλ για να μην παραδεχτείς πως όλα τα κομμάτια σου φαίνονται ίδια.

Να έχεις παντα πλάνο για την εβδομάδα που έρχεται και να εύχεσαι να γίνει κάτι για να αλλάξει.

Να φαντάζεσαι πως αιωρείσαι.

Να προσπαθείς να κάνεις πράγματα ταυτόχρονα και να αποτυγχάνεις παταγωδώς.

Να πέφτεις για ύπνο βαρύς και να ξυπνάς ασήκωτος.

Να απειλείς πως θα τους αφήσεις απ'έξω.

Να μην τους αφήνεις απ'έξω ενώ το αξίζουν.

Να μην μπορείς να αποφασίσεις.

Να μην ξεκινάς ποτέ για τίποτα.

Να νιώθεις κενός και να μη σε νοιάζει.

Να μετράς τις μέρες που έχεις ζήσει μέχρι τώρα.

Να μιλάς για συμπτώσεις και θαύματα.

Να βαριέσαι να γελάσεις δυνατά.

Να εύχεσαι να θυμάσαι.

Να ελπίζεις πως δεν θα σε ξεχάσουν.

Να μην σε θυμούνται και να το ξεχνάς.

Να θες να κλέψεις κάτι έστω και μια φορά.

Να ελπίζεις να χάσεις τα κλειδιά σου για να μη γυρίσεις σπίτι.

Να πίνεις με το ζόρι.

Να κοιμάσαι με το ζόρι.

Να κάνεις λίστες.

Να κάνεις λίστες.










Να κάνεις λίστες.

Δε φτάνει αυτό.

Άκου.


Είμαι ένας πύρινος άνθρωπος. Έχω πάρει φωτιά ολόκληρη, και τρέχω σε ένα φαρδύ δρόμο. Τρέχω τόσο γρήγορα που οι φωτιές πάνω μου είναι σχεδόν έτοιμες να πέσουν. Κρατιούνται με δυσκολία. Έχουν μπήξει τα δάχτυλά τους βαθιά μέσα στο δέρμα μου και προσπαθούν να μείνουν επάνω μου.

Δεν ωφελεί όταν μου πετάνε νερό από το πλάι γιατί η φωτιά είναι τόσο δυνατή που το νερό σταματά στις μυτερές της άκρες, και δεν τολμά να πάει πιο πέρα. 

Δεν έχει νόημα το να με κοπανάνε με χαλιά και πετσέτες για να κοπάσω. Το μόνο που συμβαίνει τότε είναι να αγριεύει η φωτιά και να φουντώνει προς τα πάνω γρυλλίζοντας, όπως μια αρκούδα στέκεται στα πίσω της πόδια και ουρλιάζει όταν θυμώσει. 

Δε μίλησα ποτέ για τίποτα. Δεν περιέγραψα ποτέ κανένα μέρος σε κανένα. Δεν κατηγόρησα το παραμικρό. Απλά έτσι έγινε. Είμαι πολύ μακριά από οτιδήποτε πλέον. Δεν θέλω να κάνω καμιά ζημιά πουθενά. Τρέχω εδώ και μέρες.

Έμαθα και κάτι μέσα σε όλο αυτό. Έμαθα πως κάποιος που τρέχει καθώς καίγεται, σκέφτεται συνέχεια πως δε μπορεί, κάποια στιγμή η φωτιά θα υποχωρήσει και δεν θα χρειάζεται πια να τρέχει για να την εξαντλήσει. Πόσο καιρό μπορεί να καίγεται ένας άνθρωπος; Δεν μπορεί να καίγεται για πάντα. 

Οπότε ακόμα κι αν ξέρετε τι θα συμβεί, αφήστε με να τρέχω. Έτσι θα έχω την εντύπωση πως κάποια στιγμή θα σβήσω. Απλά να κάνετε στην άκρη όταν με δείτε, από ευγένεια.


Δε θέλω άλλο.

Αλήθεια. Δε θέλω άλλο.

Ε ποτέητο'ζ ντάηαρυ.

Είμαι μια πατάτα. Είμαι μέσα στη γη και κανείς δεν με βλέπει, δε φαίνομαι. Αλλά απ'έξω έχω άνθη και καμουφλάρομαι όμορφα. Κανείς δεν ξέρει πως είμαι πατάτα.

Έρχονται πολλοί και μου μιλάνε. Αλλά πάντα φεύγουν ή τους διώχνω εγώ. Κάθονται εκεί δίπλα μου, πάνω στο χορτάρι, και μου λένε ό,τι κατεβάσει η κούτρα τους. Σύντομα βαριόμαστε και οι δύο. Και σε λίγο φεύγουν. Κανείς δεν έχει κάτσει να δει τι συμβαίνει μετά τη βαρεμάρα. Τι υπάρχει μετά. Καλύτερα, γιατί ούτε και γω δεν ξέρω. Είμαι η πιο βαρετή πατάτα που έχει φυτρώσει ποτέ. Δεν απαντάω ποτέ σε τίποτα.

Επίσης δεν θυμάμαι τίποτα απ'όσα έχω ακούσει μέχρι τώρα. Γιατί αυτό; Δεν είναι πως δεν άκουγα καλά. 

Μια μέρα λοιπόν ήρθε ένας κύριος. Έκατσε εκεί δίπλα μου με τα χέρια τεντωμένα πίσω από το σώμα του, να στηρίζουν το βάρος του. Φορούσε σκούρα γυαλιά. Ξεκίνησε να μου μιλάει. Δεν είχα πολλή όρεξη εκείνη τη μέρα και του φώναξα αμέσως ΤΣΑΚΙΣΟΥ ΑΠΟ ΔΩ, ΜΙΛΑΣ ΤΟΣΟ ΣΙΓΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΚΟΥΩ ΤΙΠΟΤΑ ΚΑΙ ΒΑΡΙΕΜΑΙ. Και αυτός μου είπε "Δε μιλάω εγώ σιγά, εσύ δεν ακούς δυνατά". 

Και τότε το βούλωσα και τον κοίταξα μέσα από το χώμα. Δεν με έβλεπε που τον κοιτούσα αλλά το βλέμμα μου ήταν τόσο επίμονο που θα ντρεπόταν. Δεν είπα λέξη για όλη την υπόλοιπη ώρα που έκατσε. Θυμάμαι τα πάντα που είπε. Καθόμουν εκεί σιωπηλή και τον άκουγα χωρίς να τον διακόψω ποτέ.

Όταν έφυγε ήμουν η πιο λυπημένη πατάτα στην ιστορία της Πατάτας. Σε όλους τους τόμους.

Και μια μέρα ο κύριος ξανάρθε. Εγώ όμως τότε δεν είχα άνθη από πάνω μου και ήμουν απλά μια άθλια πατάτα ζουπηγμένη μέσα στη γη. Νόμιζα πως δεν θα με αναγνωρίσει και θα φύγει. Αλλά με είδε. Έκατσε πάλι δίπλα μου και άρχισε να μου μιλάει. Κάποια στιγμή που σταμάτησε, του είπα πως "λυπάμαι τόσο για την εμφάνισή μου, μοιάζω λασπερή και αδέξια". Και αυτός γύρισε και με κοίταξε, και μου είπε "Μέχρι να το πεις εσύ, εγώ δεν το είχα προσέξει".

Η αλήθεια είναι πως μερικές φορές εύχομαι να μπορούσα να τον ρουφήξω μέσα στο χώμα για να μην ξαναφύγει ποτέ. Θα τον κρατούσα σφιχτά και θα βυθιζόμασταν πολλά μέτρα μέσα στη γη και γω δεν θα χρειαζόταν να ακούω πια τον κάθε άδειο άνθρωπο που τυχαίνει να κάθεται δίπλα μου. 

Αλλά είμαι μια πατάτα. Αυτός ένας κανονικός άνθρωπος με πνεύμονες και αίμα. Έχουμε μια πλατωνική σχέση. 

Αυτή η ιστορία είναι αληθινή. Δεν κρύβει κανένα κρυφό μήνυμα από πίσω και η ρηχότητά της πλησιάζει το άπειρο.

Συγνώμη που δεν μπορώ να σας εφοδιάσω με τρεις χιλιάδες διαφορετικές ερμνηνείες αλλά είμαι όντως μια πατάτα. Δεν υπάρχει τίποτα πριν και μετά από την αναμφίβολη λαχανικότητά μου.

Ο κύριος έρχεται ακόμα και μου μιλάει, και μερικές φορές φέρνει και τα παιδιά του μαζί. Εκτός από τις μέρες που βρέχει. Τότε δεν έρχεται κανείς και βρίσκω ευκαιρία να κοιμηθώ.

Επίσης μου είπε πως το αγαπημένο του λαχανικό είναι οι μελιτζάνες. Δεν ξέρω πώς να το πάρω αυτό.

Embed

Υπάρχει αυτή η κατάσταση που λέγεται κλάριτυ. Ε μόμεντ οβ κλάριτυ. Είναι η στιγμή που ξέρεις ότι θα μπορούσες να αναστενάξεις αλλά δεν το κάνεις, γιατί το ίδιο θα ήταν. Αναστενάζεις μέσα στο κεφάλι σου και αυτό φτάνει. Τα μάτια σου αποκτούν μια τρομερή σταθερότητα και τα φρύδια σου γίνονται μια ίσια γραμμή.

Και όλα μπαίνουν στη θέση τους. Κάθε μικρό πράγμα που έχεις κάνει, που έχεις ρίξει, που έχει στραπατσαριστεί, κάθε πράγμα που είναι θολό, μισοτελειωμένο, σακατεμένο, ασύνταχτο και ασαφές, κάθε πράγμα που έχει τρύπες, κενά, απουσίες, ερωτηματικά και αποχωρήσεις, κάθε μετανιωμένο, άγουρο, ανακατεμένο και δειλό πράγμα. Κάθε πράγμα μπαίνει στη θέση του και είναι όλα τακτοποιημένα μέσα στο κεφάλι σου και ξέρεις ποιός είσαι, τι έχεις επάνω σου και τι δεν έχεις, πού στέκεσαι, πού ήσουν και πού πηγαίνεις. Κι αν δεν το ξέρεις το υποψιάζεσαι, το κρυφακούς. Γιατί εκείνη την ώρα το κεφάλι σου είναι γεμάτο φωνές που είναι όλες δικιές σου και δεν νιώθεις άσχημα αν τις κρυφακούς. Σου ανήκουν όλες.

Και τότε λειτουργείς σαν σιωπηλή έκρηξη. Σαν ένα μεμονωμένο πυρηνικό μανιτάρι. Γίνεσαι πελώριος και αχανής και μεγαλώνεις και απλώνεσαι παντού στον χώρο λες και τα κύτταρά σου αφήνουν τα χέρια μεταξύ τους και μπερδεύονται με το φως και τα μόρια του αέρα και κάποιων πιθανών τοίχων. Ανακατεύεστε όλοι μαζί και δεν μπορείς να το ξεκάνεις, όπως όταν αναμειγνύεις μουστάρδα με κέτσαπ. Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την ουσία σου. Δεν είσαι εσύ όπως σε ξέρεις αλλά ταυτόχρονα είσαι, με μια πιο ολοκληρωμένη έννοια. Είσαι εσύ και περικλείεις μέσα στην ύπαρξή σου πολλές άλλες υπάρξεις, αφηρημένες έννοιες, ιδέες και εμπνεύσεις. Είσαι ένα μικρό σύμπαν που δεν βγάζει κιχ. Είσαι τα πάντα γύρω σου και φυσάει από παντού και νιώθεις πως όπου να 'ναι θα σκορπίσεις προς όλες τις κατευθύνσεις και δεν θα σε ξαναβρεί ποτέ κανείς σε μια ενιαία μορφή. Αλλά, την ίδια στιγμή, είσαι πιο συμπαγής από ποτέ. Είσαι πιο ολοκληρωμένος από κάθε άλλη φορά. Είσαι όλα τα πράγματα που μπορείς να σκεφτείς και κινείσαι με τρομερή ταχύτητα πάνω σε μια πλατμόρφμα που δομείται από τα δισεκατομμύρια των σκέψεων που κάνουν τα χιλιάδες μυαλά σου. Είσαι το παντού και το πάντα και τα χέρια σου τελειώνουν εκεί που δεν μπορεί να δει ανθρώπινο μάτι.

Και όλα αυτά που ξέρεις γίνονται μια άμορφη μάζα στην οποία μπορείς επάνω να κάτσεις και να βλέπεις από μακριά όλα τα πράγματα που επιστρέφουν.

Γιατί τα πράγματα τείνουν να επιστρέφουν.